Δευτέρα 8 Οκτωβρίου 2012

Η Συμβολή της Τρίτης Ηλικίας στη Σύγχρονη Οικογένεια


Καραγιάννη Έφη
Ψυχολόγος, Msc Κλινικής Ψυχολογίας
H ελληνική οικογένεια σήμερα βρίσκεται για άλλη μία φορά σε ένα μεταβατικό στάδιο, σε μία φάση αλλαγής, καθώς η δομή και οι λειτουργίες της μετεξελίσσονται. Η μορφή της πυρηνικής οικογένειας όπως στερεότυπα την είχαμε στο μυαλό μας – πατέρας, μητέρα, παιδιά – με τον ένα ή τον άλλο τρόπο τείνει να εκλείψει. «Οικογένεια» πλέον θεωρείται εκείνη η ομάδα ατόμων που τα μέλη της ζουν μαζί, συμμετέχουν συναισθηματικά, μοιράζονται στόχους και αναλαμβάνουν από κοινού πολλαπλές ευθύνες με γνώμονα κυρίως την ανατροφή των παιδιών. Έτσι λοιπόν προκύπτει η οικογένεια εκτός γάμου, η μονογονεϊκή οικογένεια, η οικογένεια από δεύτερο ή τρίτο γάμο, η οικογένεια ομοφυλόφιλων συντρόφων κα.. Εξάλλου παράγοντες όπως οι σύγχρονοι ρυθμοί ζωής, η αναγκαστική πλέον είσοδος της γυναίκας στον εργασιακό χώρο και οι αυξανόμενες οικονομικές απαιτήσεις έχουν επηρεάσει τις λειτουργίες και την οργάνωση ακόμη και της «πυρηνικής» οικογένειας. Μέσα σε αυτό το κλίμα λοιπόν και προκειμένου οι σύγχρονες οικογένειες να λειτουργούν αποτελεσματικά, έχει αλλάξει και ο ρόλος των παππούδων και των γιαγιάδων. Θα μπορούσε μάλιστα κανείς να ισχυριστεί ότι μετά από μία περίοδο σχετικού παραγκωνισμού, ο ρόλος της «πρώτης γενιά» έχει και πάλι αναβαθμιστεί. Ας δούμε αναλυτικά.
Η προσφορά της «πρώτης γενιάς» στη «δεύτερη».
Δύο σημαντικοί δημογραφικοί παράγοντες, η «επιμήκυνση της νεότητας» και η «επιμήκυνση της αρχικής μετά τη σύνταξη περιόδου», έχουν συμβάλει στο να αλλάξει ποιοτικά και ποσοτικά η προσφορά της πρώτης γενιάς προς τη δεύτερη. Στις μέρες μας είναι μεγάλος ο αριθμός των νέων που επιλέγει σπουδές μεγάλης διάρκειας ( μεταπτυχιακές ή διδακτορικές), που καθυστερεί να βγει στην αγορά εργασίας, που αντιμετωπίζει ανεργία ή οικονομικές δυσκολίες. Παράλληλα με την αύξηση του προσδόκιμου ζωής (73 έτη Μ.Ο. για τους άνδρες και 80 για τις γυναίκες) εξίσου μεγάλος είναι και ο αριθμός των συνταξιούχων, που βρίσκεται σε καλή φυσική κατάσταση και μπορεί να έχει περισσότερες κοινωνικές επαφές και περισσότερο χρόνο για την οικογένειά του. Έτσι οι ηλικιωμένοι γονείς καλούνται συχνότερα να δείχνουν τη συμπαράστασή τους  με συναισθηματικό και πρακτικό τρόπο προς τα ενήλικα παιδιά τους. Πώς γίνεται αυτό;
·        Οικονομικά: στην πλειοψηφία των περιπτώσεων οι γονείς είναι εκείνοι που αναλαμβάνουν την οικονομική επιβάρυνση για να σπουδάσουν τα παιδιά τους, ενώ συχνά τα βοηθούν οικονομικά και στην πορεία της ενήλικης ζωής τους. Τους προσφέρουν τη λεγόμενη «προίκα», τους καλύπτουν πάγια έξοδα (π.χ. τα δάνεια, τα φροντιστήρια), τους βοηθούν σε έκτακτες καταστάσεις (π.χ. σε μία ασθένεια, σε περίπτωση ανεργίας) κοκ.
·        Υλικά: στις περιπτώσεις που και οι δύο γονείς εργάζονται ή στις μονογονεϊκές οικογένειες, οι παππούδες και οι γιαγιάδες είναι εκείνοι που πολύ συχνά καλούνται να αναλάβουν ένα μεγάλο μέρος της ευθύνης για την ανατροφή των παιδιών και την καθημερινότητα της οικογένειας (π.χ. ψώνια, λογαριασμοί, φαγητό, οικιακές δουλειές). Σε ό,τι αφορά μάλιστα το θέμα της ανατροφής των παιδιών θα μπορούσε να πει κανείς ότι δεν πρόκειται απλά για βοήθεια αλλά για πραγματική σχέση εργασίας. Η ανάθεση μέρους  της ανατροφής των παιδιών στους παππούδες δεν είναι πλέον μία λύση ανάγκης για οικονομικούς και πρακτικούς λόγους αλλά μία συνειδητή επιλογή που κάνουν οι νέοι γονείς, για να προσφέρουν στα παιδιά τους το καλύτερο από θέμα ασφάλειας και κάλυψης των συναισθηματικών τους αναγκών. Στην πραγματικότητα δηλαδή οι παππούδες καταλαμβάνουν μία θέση εργασίας με κύριο γνώμονα τη «σχέση εμπιστοσύνης». 
·        Κοινωνικά:  Αρκετές  φορές οι γονείς είναι εκείνοι που φροντίζουν για τις «δημόσιες σχέσεις» των παιδιών τους. Με τις γνωριμίες τους τα βοηθάνε στην εξεύρεση εργασίας ή στην επαγγελματική τους ανάπτυξη γενικότερα. Μας είναι οικείο το φαινόμενο ένας ελεύθερος επαγγελματίας να επιλέγει το επάγγελμά του, προκειμένου να πάρει την έτοιμη πελατεία του συνταξιούχου γονέα του.
·        Συναισθηματικά: αυτός είναι ίσως ο τομέας της προσφοράς των παππούδων που είναι ανεξάντλητος. Η αποδοχή, η συμπαράσταση, η κατανόηση και με άλλα λόγια η άνευ όρων γονεϊκή αγάπη είναι εκείνα τα δώρα που όλοι μας αποζητάμε από τους γονείς μας ανεξάρτητα από την ηλικία στην οποία βρισκόμαστε. Αυτό που θα μπορούσαμε ωστόσο να τονίσουμε είναι ότι για έναν νέο γονιό το θέμα της ανατροφής των παιδιών του γίνεται λιγότερο στρεσογόννο και δύσκολο, όταν έχει την υποστήριξη και την ενθάρρυνση από το δικό του γονέα.
Η προσφορά της «πρώτης» γενιάς στην «τρίτη» 
Αν ανατρέξει κανείς στα παιδικά παραμύθια ή στα κινούμενα σχέδια, θα διαπιστώσει ότι παρά τις αλλαγές που παρατηρούνται με τα χρόνια στο θέμα και στο ύφος τους, οι παππούδες και οι γιαγιάδες παραμένουν πάντοτε οι πιο ζεστές και αγαπητές φιγούρες, οι ήρωες που γεμίζουν τις παιδικές ψυχούλες με συναισθήματα αγάπης, ασφάλειας και σιγουριάς.
Η σχέση των παππούδων και των γιαγιάδων με τα εγγόνια τους είναι μοναδική και ανεπανάληπτη. Και αυτό συμβαίνει γιατί ταυτόχρονα είναι και ‘προνομιακή’. Οι παππούδες και οι γιαγιάδες – ακόμη και όταν συμμετέχουν στην ανατροφή των παιδιών – βρίσκονται στην προνομιακή θέση να επικοινωνούν με τα παιδιά, να τους προσφέρουν την αγάπη και την προσοχή τους, χωρίς να φέρουν το βάρος της ευθύνης για την εξέλιξη τους. Απαλλαγμένοι από το άγχος που έχουν οι γονείς – ότι οι συμπεριφορές των παιδιών αντικατοπτρίζουν το πόσο καλοί γονείς είναι οι ίδιοι – είναι ελεύθεροι να αγαπούν και να απολαμβάνουν τα εγγόνια τους χωρίς όρους. Έτσι είναι σε θέση να επιτελέσουν αποτελεσματικά το ανεκτίμητο έργο τους. Πώς;
·  Τα μικρά παιδιά έχουν διαρκώς ανάγκη από ασφάλεια και σταθερότητα, από όποια πηγή και αν αυτά προέρχονται. Η παρουσία των παππούδων και των γιαγιάδων εξασφαλίζει στα παιδιά ότι θα βρεθεί κάποιος να τα πάρει από το σχολείο - όταν οι γονείς τους δεν θα μπορούν, να τους μαγειρέψει το αγαπημένο τους φαγητό, να τα πάει βόλτα, να τα βοηθήσει με τα μαθήματά τους. Με άλλα λόγια να τους εξασφαλίσει ότι η καθημερινότητά τους κυλάει κανονικά και όλες τους οι ανάγκες καλύπτονται. Εξάλλου η επαφή και μόνο με τους παππούδες και τις γιαγιάδες, που κατά κύριο λόγο διακρίνονται για την ηρεμία και την υπομονή τους, βοηθάει τα παιδιά να αισθάνονται ασφαλή και σίγουρα.
·        Οι παππούδες και οι γιαγιάδες συμβάλλουν καταλυτικά στην συναισθηματική ανάπτυξη των παιδιών. Διαθέτουν το χρόνο, την εμπειρία και τη διάθεση να προσεγγίσουν χωρίς άγχος τα μικρά παιδιά, να μοιραστούν τις δυσκολίες τους, να παρακολουθήσουν από κοντά τα κατορθώματά τους, να τα επιβραβεύσουν. Ένα μεγάλο μέρος της αυτοεκτίμησης των παιδιών οφείλεται πάντα στους παππούδες. Παράλληλα, επειδή ακριβώς η αποδοχή στη σχέση τους είναι αμοιβαία, μπορούν ιδιαίτερα αποτελεσματικά να τα συμβουλεύσουν και να τα καθοδηγήσουν, χωρίς να κινδυνεύουν να έρθουν αντιμέτωποι με ακραίες αμφισβητήσεις. Από την μεταξύ τους επαφή εξάλλου τα παιδιά μαθαίνουν να συναναστρέφονται με όλες τις ηλικίες, αποκτούν κοινωνικές δεξιότητες και κατανοούν την ιεραρχία – βάση της οποίας λειτουργεί η κοινωνία μας.
·        Η ουσιαστικότερη ίσως προσφορά των παππούδων στα εγγόνια τους και αυτή που δεν αντικαθίσταται με καμιά άλλη είναι η σύνδεση που τους προσφέρουν με το οικογενειακό παρελθόν τους. Με την ύπαρξή τους τους υποδεικνύουν από πού προέρχονται και τους παρέχουν ανεκτίμητα στοιχεία για να διαμορφώσουν την ταυτότητά τους. Συμβάλλουν στο να διατηρούν δεσμούς με το παρελθόν και την παράδοση και να βιώνουν το απαραίτητο για κάθε ανθρώπινο ον αίσθημα της συνέχειας. Το πόσο σημαντικό είναι αυτό, τα παιδιά το αντιλαμβάνονται ήδη από αυτή την ηλικία. Για αναλογιστείτε με πόσο ζήλο και ενδιαφέρον φτιάχνουν το «οικογενειακό τους δέντρο» στο σχολείο, ξεφυλλίζουν τα άλμπουμ με τις οικογενειακές φωτογραφίες και παρακολουθούν ιστορίες για τα κατορθώματα των παππούδων ή για το πώς ήταν και τι έκαναν οι γονείς τους όταν ήταν στην ηλικία τους.
Η προσφορά της «πρώτης» γενιάς στην οικογένεια ως σύστημα.
Λόγω των κοινωνικοοικονομικών καταστάσεων που έχουν διαμορφωθεί, ο ρόλος της πρώτης γενιάς είναι πολύ σημαντικός, για να μπορεί η οικογένεια πρακτικά να επιτελεί επιτυχώς τις λειτουργίες της. Ποιες είναι όμως οι ιδιότητες εκείνες της «τρίτης ηλικίας» που την καθιστούν σήμερα ‘προστάτη’ και ‘ισορροπιστή’ του θεσμού της οικογένειας;
Σε έναν κόσμο που συνεχώς μεταβάλλεται και που η πληροφορία και η γνώση πλέον υπάρχουν σε αφθονία και είναι προσιτές σε όλους, η πρώτη γενιά έχει σε μεγάλο βαθμό χάσει το ρόλο της ως ο κάτοχος της γνώσης και της σοφίας. Ο νέος της ρόλος έχει να κάνει με τη συναισθηματική σταθερότητα και τη συνέχεια που προσφέρει στην οικογένεια ως σύστημα.
Συγκεκριμένα οι σημερινοί ενήλικες είναι παιδιά μιας γενιάς σαρωτικών αλλαγών σε πολλά επίπεδα (κοινωνικό, οικονομικό, θεσμικό). Στην προσπάθειά τους να ακολουθήσουν τις αλλαγές αυτές και να τις προλάβουν, δείχνουν να έχουν χάσει τον προσανατολισμό τους και τις σταθερές τους. Καθημερινά βιώνουν τεράστια διλήμματα: ‘Να δώσουν προτεραιότητα στην οικονομική ευημερία ή να επιδιώξουν την ποιότητα στη ζωή τους;’, ‘Να μεγαλώσουν τα παιδιά τους όπως παραδοσιακά έχουν μάθει ή να γίνουν ‘φίλοι’ μαζί τους;’, ‘Να μείνουν σε ένα γάμο που δεν τους ικανοποιεί για το καλό των παιδιών ή να αναζητήσουν την προσωπική ευτυχία σε έναν νέο σύντροφο;’.
Τα άτομα της τρίτης ηλικίας, χάρη στο γεγονός ότι δεν μπορούν να επιταχύ-νουν για να προλάβουν τις αλλαγές και κινούνται με πιο αργούς ρυθμούς, έχουν τη δυνατότητα να αφομοιώνουν τις αλλαγές. Παρά το ότι οι ίδιοι αλλάζουν πιο αργά και πιο δύσκολα, γνωρίζουν περισσότερα για την αλλαγή από τους νέους, οι οποίοι χρειάζεται να μάθουν να ζουν σε έναν κόσμο που αλλάζει. Χρειάζονται κάποιον να τους δώσει ένα είδος προοπτικής και να τους πείσει έμπρακτα ότι μπορεί να γεννηθείς σε έναν κόσμο, να ενηλικιωθείς σε έναν άλλο και να μεγαλώσεις σε έναν εντελώς διαφορετικό. Και όλα αυτά να τα κάνεις με επιτυχία. Πώς; Ακολουθώντας έναν υγιές μοντέλο ζωής, που θα χαρακτηρίζεται από ευελιξία και προσαρμοστικότητα και όχι από χάος και αταξία.
Έχοντας τη δυνατότητα να επηρεάζουν τη δυναμική της οικογένειας, τον τρόπο που διαμορφώνονται οι σχέσεις μεταξύ των μελών και που αυτά λειτουργούν, αυτή είναι ίσως η μεγαλύτερη προσφορά των παππούδων και των γιαγιάδων: η παροχή συναισθηματικής σταθερότητας και ενός πλαισίου αναφοράς για την οικογένεια.     
Για να αξιοποιηθεί ωστόσο ο πλούτος που «κατέχουν» οι παππούδες και οι γιαγιάδες, είναι απαραίτητο οι τρεις γενιές να συνυπάρχουν αρμονικά και να λειτουργούν με επιτυχία. Πώς γίνεται αυτό;
Οι σχέσεις των μελών της οικογένειας προσδιορίζονται από δύο έννοιες: την εγγύτητα και τη απόσταση. Τα άτομα χρειάζεται να είναι τόσο κοντά – όχι μόνο σωματικά αλλά κυρίως συναισθηματικά, ώστε να ικανοποιούν της ανάγκες τους για εγγύτητα, επαφή και μοίρασμα, αλλά ταυτόχρονα να είναι και τόσο μακριά, ώστε να απολαμβάνουν την αυτονομία και τη μοναδικότητά τους. Από τη στιγμή μάλιστα που η οικογένεια και τα μέλη της αλλά και οι καταστάσεις γύρω τους συνεχώς αλλάζουν, είναι αναγκαίο τα άτομα να επαναπροσδιορίζουν ανάλογα την εγγύτητα και την απόστασή τους από τους άλλους, προκειμένου ανά πάσα στιγμή να βρίσκονται στην ιδανική θέση.
Με άλλα λόγια στην καθημερινότητά τους μέσα στην οικογένεια τα άτομα χρειάζεται να μπορούν:
«Να λένε ‘ναι’ χωρίς θυμό και ‘όχι’ χωρίς ενοχές!»